ὀνομασίαι

ὀνομασίαι
ὀνομασίᾱͅ , ὀνομασία
name
fem dat sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Onomastikon — (griechisch ὀνομαστικόν, von ὄνομα „Name“; Plural Onomastika) bezeichnet Werke antiker Gelehrsamkeit, deren Gegenstand die Zusammenstellung und Untersuchung von Namen und Begriffen eines bestimmten Fachgebiets war. Dabei wurden die Begriffe… …   Deutsch Wikipedia

  • Urbikĭos — Urbikĭos, griechischer Grammatiker im 5. od. 6. Jahrh. n. Chr.; er schr.: Ὀνομασίαι τῶν περὶ τὸ στράτευμα τάξεων καὶ ἡγεμονικῶν, herausgeg. in Aldus Diction.graec., Bened. 1524, Fol. u. ö. Ein. halten ihn auch für den Verfasser des sonst dem… …   Pierer's Universal-Lexikon

  • καλλίμαχος — I (Κυρήνη 310; – Αλεξάνδρεια 240; π.Χ.). Ποιητής και φιλόλογος. Υπήρξε ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του αλεξανδρισμού. Ο Κ. περηφανευόταν ότι καταγόταν από τον Βάττο, τον ιδρυτή της Κυρήνης, και γι’ αυτό αποκαλούσε τον εαυτό του Βαττιάδη. Εγκατέλειψε …   Dictionary of Greek

  • Ορβίκιος — (6ος αι. μ.Χ.). Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας. Έγραψε το στρατιωτικό σύγγραμμα Τακτικά, που σώθηκαν μικρά αποσπάσματα του, το Επιτήδευμα και ένα κείμενο τακτικής με τον τίτλο Ονομασίαι των περί το στράτευμα τάξεων. Το τελευταίο αυτό εκδόθηκε το 1524 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”